«Έφυγε» ο Ανδρέας Ρούσσης

Σύμφωνα με πληροφορίες από neoskosmos.gr, επί επτά χρόνια (1964-1970) ήταν ο «βράχος» της Ελλάς, φορώντας πάντα τη φανέλα με το νούμερο «5»

Φάση από αγώνα του ελληνικού πρωταθλήματος μεταξύ Απόλλωνα Αθηνών και Παναθηναϊκού. Ο Ανδρέας Ρούσσης διακρίνεται αριστερά με τη φανέλα του Απόλλωνα, ενώ μάχεται με τον Τουμπέλη του Παναθηναϊκού

Ο Ανδρέας Ρούσσης έφυγε από τη ζωή το πρωί του περασμένου Σαββάτου, σε ηλικία 84 ετών.

Ήταν ένας από τους καλύτερους παίκτες που πέρασαν από την Ελλάς Μελβούρνης τη δεκαετία του 1960 και κέρδισε τρία Πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα.

Ο αιφνίδιος θάνατός του «πάγωσε» στην κυριολεξία τους οικείους του, τους φίλους του και τόσους άλλους συμπάροικους που τον γνώρισαν και έξω από τα γήπεδα, από την ενασχόλησή του με εστιατόρια και ταβέρνες.

Η Ελλάς της περιόδου του 1964. Όρθιοι από αριστερά, Μπάμπης Βαμβακάς, Βασίλης Κουρκουλάκος, Πατ Σλόαν (προπονητής), Ανδρέας Ρούσσης, Τάκης Ξανθόπουλος, Σάββας Καγιόγλου, Γιαννέλος Μαργαρίτης, Τομ Άντερσον και Τάκης Μανταράκης. Καθιστοί από αριστερά, Τζίμης Πυργολιός, Μιχάλης Μανδάλης, Μπούλης Καμπουρόπουλος, Τζον Άντερσον και Τζιμ Άνταμς. Φωτογραφίες: Supplied

Το έμαθα από δύο καλούς μου φίλους, τον Γιώργο Αβραάμ και τον Γιάννη Τσαλίκη, που ήταν και φίλοι του Ρούσση. Ειλικρινά, μου κόπηκε η αναπνοή ακούγοντας τα δυσάρεστα νέα, διότι με τον Ανδρέα μας συνέδεε μακρόχρονη φιλία από τον πρώτο μήνα που ήρθε στην Αυστραλία (το 1964) και είχε νοικιάσει δωμάτιο στο ίδιο διώροφο σπίτι που έμεινα και εγώ τα πρώτα χρόνια, στο Drummond Street, στο Carlton.

Πριν έρθει στην Ελλάς, ο Ρούσσης -καταγόμενος από την Πάτρα- είχε αγωνιστεί στον Παναθηναϊκό και τον Απόλλωνα Αθηνών καθώς επίσης στην Εθνική Ελπίδων και στην Εθνική Ενόπλων, έχοντας ως συμπαίκτη τον Τζίμη Πυργολιό – που έγραψε ξεχωριστές σελίδες στην ιστορία της Ελλάς.

ΠΩΣ ΠΗΓΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΣ

Ο ερχομός του Ρούσση στην Ελλάς, στις αρχές της σεζόν του 1964, ήταν μια μεταγραφική επιτυχία του μάνατζερ, Οδυσσέα Λεκατσά, ο οποίος ήταν επίσης ένας από τα σημαντικά στελέχη της Ελλάς το 1959.

Αυτός είχε πάει τότε στην Ελλάδα και έψαχνε να βρει έναν καλό σέντερ μπακ. Για τρεις εβδομάδες “τριγύριζε” τον Ρούσση στο γήπεδο του Απόλλωνα, προσπαθώντας να τον πείσει να έρθει στην Αυστραλία, όπως και τελικά έγινε.

Να προσθέσουμε εδώ ότι ο Ρούσσης είχε μεταγραφεί στον Απόλλωνα από τον Παναθηναϊκό ως αντάλλαγμα με τον Αριστείδη Καμάρα, διότι στην ομάδα του “τριφυλλιού” ήταν πολύ δύσκολο να πάρει τη θέση του μεγάλου Κώστα Λινοξυλάκη.

Ο Ρούσσης ήταν ένας από τους τελευταίους ποδοσφαιριστές από την Ευρώπη και, φυσικά, από την Ελλάδα, που δεν χρειάζονταν μεταγραφή από την ομάδα τους, αφού η Αυστραλία ήταν τότε τιμωρημένη από την FIFA (1959-1964) για το θέμα των μεταγραφών παικτών από την Ευρώπη.

Μια σπάνια φωτογραφία που δημοσιεύεται για πρώτη φορά. Είναι η Εθνική Ενόπλων της Ελλάδας το 1960-1961. Όρθιος, τέταρτος από αριστερά, είναι ο Ανδρέας Ρούσσης και καθιστός, τρίτος από δεξιά, ο Τζίμης Πυργολιός

Για την ιστορία, να αναφέρουμε ότι η Αυστραλία επανεντάχθηκε στη δύναμη της FIFA τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου (1964) αφού πρώτα κατέβαλε ένα μεγάλο ποσό, γύρω στις 60.00 αυστραλιανές λίρες (δεν υπήρχε ακόμα το δολάριο), ως αποζημίωση στις ομάδες που έχασαν αρκετούς παίκτες.

Όταν ήρθε ο Ρούσσης στην Ελλάς, από τα πρώτα παιχνίδια όλοι μιλούσαν για τον νέο σέντερ μπακ, Έλληνες και μη. Ήταν φτασμένος παίκτης, “βράχος” στο κέντρο της άμυνας και πολύ καλός στο παιχνίδι στον αέρα, όπου σπάνια έχανε κεφαλιά. Η φανέλα με τον Νο5 ήταν δική του, μέχρι που κρέμασε τα παπούτσια του και τη θέση του πήρε ο Στιβ Γουόκερ.

Μία από τις πιο λαμπερές στιγμές για τον ίδιο ήταν η κατάκτηση του πρώτου Κυπέλλου το 1969, όταν ήταν και αρχηγός της κυανόλευκης. Μέχρι τότε η Ελλάς είχε κερδίσει τέσσερα Πρωταθλήματα State League και ένα Ampol Cup, με προπονητή τον Μανώλη Πουλακάκη, σπάζοντας τον πάγο εννέα χρόνων και κατέκτησε το Κύπελλο. Στον μεγάλο τελικό στο Olympic Park, η Ελλάς επιβλήθηκε της Κροάτια με 2-1, παρουσία 20.000 φιλάθλων.

Η αρχή της σεζόν του 1970 ήταν πιστή αντιγραφή αυτής του 1969. Με προπονητή τον Γιουγκοσλάβο Λου Μπρόσικ, η Ελλάς κέρδισε στην παράταση του τελικού την δυναμική τότε Just με σκορ 3-2 (το γκολ της νίκης πέτυχε ο Κόκκινος) και ο Ρούσσης σήκωσε για δεύτερη συνεχή χρονιά το “τιμημένο” Ampol Cup.

Φάση από αγώνα της Ελλάς στο Middle Park. Ο Ανδρέας Ρούσσης με το Νο 5, απειλεί τον αντίπαλο τερματοφύλακα ύστερα από εκτέλεση κόρνερ

ΜΠΑΛΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ

Στην εποχή του Ρούσση το ποδόσφαιρο στην Αυστραλία δεν είχε πολλά λεφτά, ήταν ημιεπαγγελματικό και όλοι οι παίκτες εργάζονταν για να τα βγάλουν πέρα, ιδιαίτερα όταν είχαν οικογενειακές υποχρεώσεις.

Άλλη μπάλα τότε άλλα χρόνια… ενώ σήμερα το ποδόσφαιρο και στην Αυστραλία έχει λεφτά, όχι τόσα πολλά όπως στην Ευρώπη, αλλά αρκετά για να φτιάξεις τη ζωή σου. Και μιλάμε για την A-League…

Η διαφορά είναι ότι στην εποχή του Ρούσση τα νέα παιδιά ξεκινούσαν με το μυαλό στην μπάλα και έπαιζαν για την ομάδα, ενώ σήμερα όλοι οι ποδοσφαιριστές ξεκινούν με το μυαλό στα χρήματα και αλλάζουν τις ομάδες σαν τα πουκάμισα.

Ο Ρούσσης, όσο απίστευτο και αν φαίνεται, όλα τα χρόνια που έπαιζε μπάλα, εργαζόταν επτά ημέρες την εβδομαδα, επί δέκα και δώδεκα ώρες την ημέρα. Από το 1965, που είχε ανοίξει, μαζί με τον Μιχάλη Νικάκη, τη λέσχη στον τρίτο όροφο του κτιρίου της Κοινότητας, στις ελληνικές τότε Lonsdale και Russell Streets, ήταν στο πόδι από το πρωί έως αργά το βράδυ. Ο Μιχάλης στην κουζίνα, και ο Ανδρέας στο σερβίρισμα.

Ακόμα και τις ημέρες των αγώνων, που τότε άρχιζαν στις 3.00μμ., ο Ανδρέας σερβίριζε τους πελάτες του έως την 1.30μμ. και μετά έφευγε για το γήπεδο, είτε στο Middle είτε στο Park Olympic Park, ενώ πολλές φορές δεν προλάβαινε να βγει με τους συμπαίκτες του στο καθιερωμένο ζέσταμα.

Λίγα χρόνια μετά το ποδόσφαιρο, ο Ανδρέας συνέχισε μόνο του την ενασχόλησή του με εστιατόρια, αναλαμβάνοντας πρώτα την ταβέρνα “Σκορπιός” στο Lygon Street, στο East Brunswick, και μετά τη λέσχη της Ελλάς στο Middle Park.

Η κηδεία του Ανδρέα Ρούσση θα γίνει την ερχόμενη Τετάρτη, 24 Απριλίου, στον ιερό ναό Αγίας Αικατερίνης στο Malvern και ώρα 10.30πμ.

Παρακαλούμε να τιμήσετε τη μνήμη του με την παρουσία σας.

Καλό ταξίδι φίλε Ανδρέα. Αιωνία σου η μνήμη.